Πρακτικές Βιομηχανίας σε Γουρούνια
Updated: Nov 18, 2020
Κάπρος και γουρούνι
Είναι γνωστό από τα αρχαιότατα χρόνια και πιστεύεται ότι ο κατοικίδιος χοίρος ή συς ο οικοδίαιτος (Sus scrofa domesticus, Συς ο οικιακός) προέρχεται από τον αγριόχοιρο, τον οποίο εξημέρωσαν οι πρόγονοί μας κατά την παλαιολιθική εποχή.Από την εποχή της εγκατάλειψης της νομαδικής ζωής από ορισμένες ομάδες ανθρώπων,ο εξημερωμένος χοίρος εκτρεφόταν μεμονωμένα ή σε μικρές ομάδες στους χώρους εγκατάστασης του χοίρου.Για τη διατροφή του χρησιμοποιούνταν απορρίμματα κουζίνας, μικρές ποσότητες δημητριακών, υπολείμματα διάφορων γεωργικών καλλιεργειών, χονδροειδείς ζωοτροφές κτλ. Η κατοχή άγριων χοίρων άρχισε κατά την αρχαιότητα, πριν από 13 χιλιάδες χρόνια, κατά τη διάρκεια του πρωτόγονου κοινοτικού συστήματος. Σε εκείνο το μακρινό διάστημα, δεν ελέγχονταν πρακτικά, παρακολουθούνταν μόνο κατά τη βοσκή και παρέχονται στιγμές αναπαραγωγής κατά τη συνετή κρίση της Μητέρας Φύσης.

Με την πάροδο του χρόνου,και ιδιαίτερα από το τέλος του 18ου αιώνα και τις αρχές του 19ου, ο χοίρος αναδείχθηκε ως ένα αγροτικό ζώο σε κάθε χώρα της Γης,εκτρεφόμενος αρχικά σε μικρούς πληθυσμούς και στη συνέχεια, και ιδιαίτερα στις ημέρες μας, σε πολυπληθείς αγέλες βιομηχανικής μορφής,αποδίδοντας περίπου το 40 % της παγκόσμιας συνολικής παραγωγής κρεάτων (Κατσαούνης & Σπαής 1998).Η χοιροτροφία είναι μια γεωργική δραστηριότητα προτεραιότητας στον τομέα της παραγωγής κρέατος επειδή οι χοίροι αυξάνουν το βάρος τους πολύ γρήγορα: στην ηλικία των 40 εβδομάδων, τα χοιρίδια ωριμάζουν και γίνονται το μέγεθος ενός ενήλικα.
Από την δεκαετία του ’50 οι ανάγκες της αγοράς γενικά σε κρέας έγιναν μεγάλες και πιεστικές και το κρέας των μηρυκαστικών χώρων δεν μπόρεσε να τις καλύψει. Έτσι, πολύ γρήγορα η χοιροτροφία μεταπήδησε σε βιομηχανική παραγωγή και συνέβαλε στην κάλυψη της συνολικής παραγωγής κρέατος.Η προτίμηση του χοιρινού κρέατος από τους καταναλωτές διαφέρει ευρέως από χώρα σε χώρα της Γης.Έτσι, στις Σκανδιναβικές χώρες το 60% της κατανάλωσης κρέατος αποτελεί το χοιρινό, στην Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.) το 50%, στην Ιαπωνία το 45%, στη Βόρεια Αμερική το 35% και στην Αργεντινή μόνο το 5%.

Στην Ελλάδα δεν υπάρχει χοιροτροφική παράδοση. Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ́60 η κατανάλωση χοιρινού κρέατος ήταν εποχική και περιοριζόταν στους χειμερινούς μήνες. Το 1965 εκτρέφονταν 649.937 χοίροι που έδωσαν 39.554 τόννους κρέατος, δηλαδή 17,8% της
συνολικής παραγωγής κρέατος. Τα παραγόμενα σφάγια, όμως, ήταν χαμηλής ποιότητας, πολύ λιπαρά για το θερμό κλίμα της Ελλάδας και υπήρχε ο φόβος της μετάδοσης ζωοανθρωπονόσων (τριχίνωση,σαλμονέλλωση κ.ά.). Έτσι, η κατανάλωση χοιρινού κρέατος παρέμεινε σε χαμηλά επίπεδα.Στα τέλη της δεκαετίας του ’60 άρχισε μια νέα προσπάθεια
δημιουργίας μεγάλων χοιροτροφικών μονάδων των 120-600 συών. Η ελληνική χοιροτροφία άρχισε να αναπτύσσεται από το 1970, χάρη στο σχετικό νόμο του 1968, αφού τότε δόθηκαν πολλά και μεγάλα δάνεια για τη δημιουργία χοιροτροφικών επιχειρήσεων. Τελικά, δημιουργήθηκαν και επιβίωσαν ορισμένες μεγάλες μονάδες, που οδήγησαν τη χοιροτροφία
της Ελλάδας στο επίπεδο στο οποίο βρίσκεται ως σήμερα.
Η Γενετική Παρέμβαση δημιούργησε, με επιλογή και διασταύρωση,γονότυπους γουρουνιών που έχουν την ικανότητα παραγωγής 25 χοιριδίων ετησίως, με μεγάλη ημερήσια αύξηση σωματικού βάρους, λιγότερη εναπόθεση σωματικού λίπους και βελτιωμένο δείκτη μετατρεψιμότητας τροφής. Το χοιρινό κρέας αυτό αντιπροσωπεύει στην εποχή μας περισσότερο από το 40% (Κατσαούνης & Σπαής 1998) της παγκόσμιας παραγωγής κρέατος.Η παραγωγικότητα,όμως, της εκτροφής των χοίρων είναι συνάρτηση της ποσότητας και της ποιότητας του αποδιδόμενου κρέατος. Όσο περισσότερος είναι ο μυϊκός ιστός και λιγότερος ο λιπώδης στα τεμάχια του κρέατος ενός χοιρινού σφάγιου τόσο περισσότερο προτιμάται από τον καταναλωτή και θεωρείται έτσι το κρέας του καλύτερης ποιότητας (Κατσαούνης & Σπαής 1998).

Πρακτικές
Ευνουχισμός Οι κτηνοτρόφοι παρατήρησαν μια σημαντική λεπτομέρεια: μετά τον ευνουχισμό ενός χοιριδίου, μετά τη σφαγή, είναι δυνατό να πάρουνε πολύ περισσότερο κρέας από εκείνο ενός αστείρωτου ζώου.Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι τα γεννητικά όργαnα, τα οποία είναι υπεύθυνα για την αναπαραγωγή, απελευθερώνουν ανδρογόνα.Ξεκινώντας από την ηλικία των 5 μηνών, οι ορμόνες αναγκάζουν τα αρσενικά να ακολουθήσουν τα θηλυκά για συνουσία. Η απουσία σπερματικών αδένων έχει επίδραση στην αύξηση βάρους και κάνει τους χοίρους πιο ''ήρεμους'' αλλά και το κρέας τους πιο μαλακό στην υφή και χωρίς τη χαρακτηριστική δυσάρεστη οσμή που ενυπάρχει στα μη ευνουχισμένα αρσενικά.
Μετά από αυτήν τη διαδικασία, ένα ευνουχισμένο αρσενικό αρχίζει να παίρνει βάρος πολύ γρήγορα, υπό την προϋπόθεση τρέφεται με ποιοτική τροφή. Δεν είναι δύσκολο να υποθέσουμε ότι όσο περισσότερα ευνουχισμένα γουρούνια έχει, τόσο μεγαλύτερο είναι το κέρδος που κερδίζει στη συνέχεια ένας ιδιοκτήτης της φάρμας.Αν ληφθεί υπόψη ότι το κόστος παραγωγής 1 kg άπαχου κρέατος από ένα μη ευνουχισμένο αρσενικό ζώο είναι 100 αυτό θα ισοδυναμεί για τα θηλυκά και τα ευνουχισμένα στο 108 και 116 αντίστοιχα.Ο ευνουχισμός αυξάνει την κατανάλωση σιτηρεσίου, μειώνει την αυξητική ικανότητα, αυξάνει την εναπόθεση λίπους και επιμηκύνει τον απαιτούμενο χρόνο για πάχυνση.Η βιομηχανία θα κάνει τα πάντα για να εξασφαλίσει περισσότερο κέρδος σε λιγότερο χρόνο.
Επί αιώνες, χειρουργικός ευνουχισμός εκτελείται σε πολλές χοιροτροφικές μονάδες σε ολόκληρη την Ευρώπη, ως επί το πλείστον χωρίς τη χρήση αναισθησίας ή αναλγησίας.
Η Ε.Ε. ωστόσο, πρότεινε την πλήρη απαγόρευση του χειρουργικού ευνουχισμού, αρχής γενομένης από την 1η Ιανουαρίου 2018. Μάλιστα, ενώ ορισμένα κράτη έχουν κάνει σημαντικά βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση, δεν παρατηρείται η ίδια πρόοδος σε άλλα κράτη, η οποία είναι βραδεία ή ανύπαρκτη.Περίπου 90 εκατομμύρια χοίροι ευνουχίζονται στην Ε.Ε. κάθε χρόνο, κυρίως για τον έλεγχο της επιθετικής και σεξουαλικής τους συμπεριφοράς, αλλά και για την πρόληψη της χαρακτηριστικής οσμής τους. Ωστόσο,ο ευνουχισμός έχει αρνητικές συνέπειες για τα ζώα, όπως πόνο, άγχος και αυξημένο κίνδυνο μόλυνσης.
Μια εναλλακτική πρακτική είναι ο ανοσοευνουχισμός, που χρησιμοποιείται ευρέως σε Βραζιλία, Βέλγιο και Αυστραλία. Πρόκειται για ένα αντίσωμα(και όχι για ορμόνη, όπως αρκετοί θεωρούν λανθασμένα), το οποίο καθυστερεί την εφηβεία του χοίρου, προκειμένου να παρέλθει ένα χρονικό διάστημα μέχρι τη σφαγή του, χωρίς το ζώο να αρχίσει να ενηλικιώνεται.Ωστόσο, η πρακτική του ανοσοευνουχισμού δεν υιοθετείται εύκολα, διότι οι κτηνοτρόφοι θεωρούν πως οι λιανοπωλητές και οι καταναλωτές δεν θα δεχθούν να αγοράσουν τέτοιου είδους κρέας.
Μία άλλη πρακτική είναι η παραγωγή μόνο αρσενικών χοίρων, ενώ πρόσφατες έρευνες στη Βραζιλία έδειξαν ότι ο ευνουχισμός δεν είναι απαραίτητος επειδή τα περισσότερα γουρούνια δεν αναπτύσσουν «κηλίδες αγριόχοιρου».Ωστόσο,σε άλλες χώρες, ο ευνουχισμός των αρσενικών χοίρων είναι νομοθετικά επιβεβλημένος και πρέπει να διενεργείται προτού φτάσουν το Σωματικό Βάρος των 25kg. Σε αντίθετη περίπτωση, τα ζώα κατατάσσονται στην κατηγορία«σφάγια κάπρων» και διατίθενται σε χαμηλότερη τιμή. Αυτό, διότι το κρέας και ειδικότερα το λίπος των γουρουνιών και των κάπρων, μετά το μαγείρεμα, και κυρίως το βρασμό, αποδίδουν ιδιάζουσα ανεπιθύμητη στους καταναλωτές οσμή (οσμή κάπρου).

Η συγκεκριμένη οσμή έχει διπλή προέλευση:
α) Οφείλεται, κυρίως σε λιποδιαλυτούς μεταβολίτες της ανδροστενόλης και της ανδροστενόνης, οι οποίοι παράγονται στους όρχεις και αναδίδουν έντονη οσμή ούρων.
β) Οφείλεται, επίσης, στη συγκέντρωση στο λιπώδη ιστό σκατόλης που είναι το προϊόν της αποδόμησης της Θρυπτοφάνης στον εντερικό σωλήνα.Η σκατόλη στο μαγείρεμα του κρέατος αποδίδει έντονη οσμή κόπρου. Ο βαθμός παραγωγής και αποθήκευσης των ουσιών αυτών στο λιπώδη ιστό των αρσενικών χοίρων σχετίζεται με την ηλικία, τη γενετήσια ωριμότητα και το γενότυπό τους. Στα ώριμα ζώα η συμβολή των ορμονών στην εμφάνιση της «οσμής κάπρου» υπερέχει. Αντίθετα, στα ανώριμα γενετησίως ζώα υπερέχει η συμβολή της σκατόλης, η οποία και ανθίσταται στους διαφόρους τρόπους επεξεργασίας του κρέατος για την παρασκευή αλλαντικών.
Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, τα τελευταία έτη, υπάρχει η τάση, όλο και περισσότερες χοιροτροφικές επιχειρήσεις να εφαρμόζουν την διαδικασία του ευνουχισμού στα προοριζόμενα για πάχυνση χοιρίδια, μετά τις απαιτήσεις των καταναλωτών για παραγωγή χοιρινού κρέατος με έλλειψη «οσμής κάπρου».Ο ευνουχισμός μπορεί να πραγματοποιηθεί σε οποιαδήποτε ηλικία, από μικρά χοιρίδια έως ενήλικους αγριόχοιρους. Οι κάπροι και λιγότερο τα θηλυκά γουρούνια είναι στειρωμένοι συχνότερα, καθώς στα θηλυκά αυτό θεωρείται πλήρης κοιλιακή επέμβαση και η φροντίδα ενός τέτοιου ζώου είναι πολύ δύσκολη.Μετά τον ευνουχισμό, το σώμα του ζώου υφίσταται φυσιολογικές αλλαγές στο σώμα, ο μεταβολισμός αλλάζει, το ζώο τρώει πιο ενεργά και παίρνει βάρος γρήγορα, με ελάχιστο κόστος για τη διατροφή και τη διατήρησή του.

Ο ευνουχισμός των μικρών κάπρων πραγματοποιείται, ξεκινώντας από την ηλικία των δέκα ημερών και έως ότου απογαλακτιστούν από τη χοιρομητέρα. Ο πρώιμος ευνουχισμός των χοιριδίων ηλικίας 3-5 ημερών μπορεί να οδηγήσει σε αναπτυξιακές καθυστερήσεις και βραδύτερη αύξηση βάρους. Επομένως, τα χοιρίδια που έχουν φτάσει σε ηλικία δύο εβδομάδων ή μεγαλύτερα θεωρούνται ως η βέλτιστη ηλικία για ευνουχισμό, καθώς μπορούν να ανεχθούν πιο εύκολα τον πόνο και τη φλεγμονώδη περίοδο μετά τον ευνουχισμό.Οι ενήλικες κάπροι μπορούν επίσης να στειρωθούν, αλλά θα πρέπει να γίνει το νωρίτερο δύο μήνες μετά τον ευνουχισμό.Για τον ευνουχισμό μικρών ζώων χρησιμοποιούν ειδικό εξοπλισμό - μια μηχανή ευνουχισμού χοιριδίων, η οποία σταθεροποιεί το χοιρίδιο, το ακινητοποιεί όσο το δυνατόν περισσότερο, το οποίο παρέχει πρόσβαση σε χειρουργική επέμβαση και δεν απαιτεί τη χρήση βοηθού.
Μέθοδοι ευνουχισμού
Οι μέθοδοι χωρίς αίμα περιλαμβάνουν χημικό ευνουχισμό με τη βοήθεια χημικών ουσιών ή ακτινοβολία ακτίνων Χ, στην οποία δεν υπάρχει παραβίαση της ακεραιότητας του δέρματος και άμεση διείσδυση στο σώμα του ζώου. Αυτή είναι μια μάλλον δαπανηρή μέθοδος, επομένως χρησιμοποιείται σε σπάνιες περιπτώσεις για πολύτιμες φυλές ζώων.
Με την αιματηρή μέθοδο, υπάρχει παραβίαση της ακεραιότητας του δέρματος και των ιστών που βρίσκονται κάτω από αυτήν, η οποία συνοδεύεται από αιμορραγία. Υπάρχουν δύο τρόποι - ανοιχτός και κλειστός.Τα μικρά γουρουνάκια ευνουχίζονται με ανοιχτό τρόπο με διάρρηξη στον όρχι ή με βρόχο ευνουχισμού και οι περισσότερους ενήλικες με διάτρηση.

Για τον ευνουχισμό απαιτούνται τα ακόλουθα εργαλεία:
Πορτοφόλια και βίδα ροζέτας.
Λαβίδα Telyatnikov.
Λαβίδα Burdizzo.
Λαβίδες Amosov.
Λαβίδα Zanda.
Emaskulator.
Μπορεί να γίνει με διαφορετικούς τρόπους:
Με ανοιχτό τρόπο.Με την ανοιχτή μέθοδο, το δέρμα κόβεται έτσι ώστε οι όρχεις να αφήνουν ελεύθερα το ράμμα.Στα χοιρίδια, ο σύνδεσμος των σπόρων διαχωρίζεται με τα χέρια και σε έναν ενήλικο κάπρο, πραγματοποιείται με ένα νυστέρι.Ένα νήμα, συνήθως μετάξι, εφαρμόζεται στο σχοινί του σπόρου, ενώ απομακρύνεται από τους ίδιους τους όρχεις και τους κόβει.
Με κλειστό τρόπο. Η κλειστή μέθοδος χρησιμοποιείται αποκλειστικά για ενήλικες χοίρους ή για χοιρίδια που πάσχουν από οποιαδήποτε ασθένεια, όπως κήλη. Η επέμβαση πραγματοποιείται 3,5 μήνες πριν από τη σφαγή. Συνήθως,χρησιμοποιείται αναισθησία,ανάλογα με την επιθετικότητα του ζώου και την κατάσταση. Το όνομα της ίδιας της μεθόδου μιλά από μόνο του, κλειστό - δηλαδή, δεν ανοίγει την κολπική μεμβράνη.
Ο ευνουχισμός μπορεί να προκαλέσει δύο τύπους επιπλοκών.
Πρώιμες επιπλοκές - εμφανίζονται μερικές ώρες μετά την επέμβαση και χαρακτηρίζονται από σημαντική απώλεια αίματος, πρόπτωση των εντέρων, ουροδόχο κύστη και κόλπο.
Αργές επιπλοκές - εμφανίζονται 24 ώρες μετά τη χειρουργική επέμβαση με τη μορφή φλεγμονής και πρήξιμο. Αυτό μπορεί να υποδηλώνει την εμφάνιση κολπίτιδας, φονικίτιδας, αποστημάτων,γάγγραινας και σήψης.
Αιμορραγία
Πρόπτωση του εντέρου.
Πρόπτωση της θήκης του κόλπου.
Οίδημα στις επιφάνειες του αναπαραγωγικού συστήματος.

Τεχνητή Σπερματέγχυση (Τ.Σ.) είναι διαδικασία συλλογής,διαχείρισης (εκτίμησης - αραίωσης - συντήρησης) και εναπόθεσης του σπέρματος στο θηλυκό γεννητικό σύστημα με τεχνητά μέσα (Mann, 1981).Αν και είναι γνωστή εδώ και 2000 χρόνια (Άραβες) και έχει δημοσιευθεί από τον 18ο αιώνα (Spallanzani), οι πρώτες προσπάθειες εφαρμογής της στους χοίρους έγιναν στη δεκαετία του ’30 στη Ρωσία (Milovanov) και αργότερα στην Ιαπωνία (Ito, 1948). Το 1956 ο Polge τυποποίησε την διαδικασία της Τ.Σ., η οποία βελτιώθηκε από τον Melrose (1968) φθάνοντας με κάποιες βελτιώσεις στη μορφή που εφαρμόζεται σήμερα σε ποσοστά επί του συνόλου των εκτροφών που υπερβαίνουν το 75% (Ολλανδία).
Η συλλογή σπέρματος κάπρου διαφέρει από των λοιπών αγροτικών ζώων στο ότι δεν χρησιμοποιείται τεχνητός κόλπος, καθώς ο κάπρος ως ζώο ενδοτραχηλικής έγχυσης και χρειάζεται πίεση στη βάλανο για να εκσπερματίσει. Η πιο διαδεδομένη μέθοδος συλλογής είναι αυτή της “κεκαλυμμένης χειρός”.Ο κάπρος είναι ικανός σε μια εκσπερμάτιση (150-500 κυβ. εκατ.) να δώσει ένα πλήθος 50-80 δισεκατομμυρίων σπερματοζωαρίων. Από αυτά, μόνο μερικές χιλιάδες είναι απαραίτητα για την γονιμοποίηση των 10-20 ωαρίων που θα εξελιχθούν σε έμβρυα. Έτσι οι άνθρωποι επεμβαίνουνε μειώνοντας τον αριθμό των σπερματοζωαρίων που θα εγχυθούν στη γουρούνα και αυτό να χρησιμοποιηθεί για την τεχνητή πλέον γονιμοποίηση περισσότερων θηλυκών.